Της Μάρθας Λιάκου,
Τα Χριστούγεννα αποτελούν για πολλούς την ωραιότερη περίοδο του χρόνου, όπως μας υπενθυμίζει και ο Andy Williams τα τελευταία περίπου εξήντα χρόνια στο ομώνυμο τραγούδι του.
Μία τέτοια σπουδαία γιορτή δεν απουσίασε ποτέ από τη θεματολογία και το έργο Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών, ζωγράφων, ποιητών και μουσικών.
Η Γέννηση του Θεανθρώπου και η εδραίωση του χριστιανικού δόγματος έθεσε ουσιαστικά τα όρια μεταξύ του αρχαίου και του νέου κόσμου.
Ωστόσο, το θέμα της Γέννησης, όπως το γνωρίζουμε έως και σήμερα, εμφανίστηκε στην πρώιμη χριστιανική ζωγραφική, όταν με την ανακήρυξη της Παναγίας ως Θεοτόκο, από την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο το 531 μ.Χ. στην Έφεσο, εντάχθηκε στην εικαστική απεικόνιση ως ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας της τέχνης.
Η περαιτέρω διάταξη των ανθρώπων και των ζώων, που απαρτίζουν τη σκηνή της Γέννησης, προέρχεται από τα Κατά Λουκά και Κατά Ματθαίον Ευαγγέλια και ενέπνευσε πολλούς ζωγράφους ανά τους αιώνες, ένας εκ των οποίων είναι και ο Δομίνικος Θεοτοκόπουλος ή όπως λέει και το καλλιτεχνικό παρωνύμιό του, ο El Greco.
Πραγματοποιώντας, λοιπόν, ένα εικαστικό ταξίδι στο παρελθόν, συναντούμε έναν από τους πιο εμβληματικούς πίνακες του Θεοτοκόπουλου, την «Προσκύνηση των ποιμένων» (1612-1614), στον οποίο εξανθρωπίζει το μυστηριακό γεγονός της Γέννησης, αναδεικνύοντάς το μοναδικά.
Λίγα λόγια για τον καλλιτέχνη…
«Ζωγραφίζω, γιατί τα πνεύματα ψιθυρίζουν σαν τρελά μέσα στο κεφάλι μου…»
Ο Δομίνικος Θεοτοκόπουλος γεννήθηκε το 1541 στο βενετοκρατούμενο Χάνδακα, το σημερινό Ηράκλειο της Κρήτης, από ορθόδοξους και εύπορους γονείς. Στο Χάνδακα ζωγράφισε εικόνες επηρεασμένος από τη μεταβυζαντινή Κρητική Σχολή, συνδυάζοντας παράλληλα τη Δυτική τεχνοτροπία της Ιταλικής Αναγέννησης, εκπαιδευόμενος αρχικά ως αγιογράφος.
Σε νεαρή ηλικία, το 1567, εγκαταλείπει τη γενέτειρά του και πηγαίνει στη Βενετία, όπου μαθήτευσε πλάι στον σπουδαίο Βενετό ζωγράφο Τιτσιάνο (1490-1576), αποκτώντας την ευκαιρία να εξοικειωθεί με την τέχνη της βενετσιάνικης σχολής της Αναγέννησης, της οποίας βασικό χαρακτηριστικό είναι τα πλούσια και έντονα χρώματα.
Το 1577 ο Γκρέκο φεύγει για την Ισπανία και εγκαθίσταται οριστικά στην πόλη του Τολέδο, όπου υιοθετεί στοιχεία του Μανιερισμού, δημιουργώντας καθ’ αυτόν τον τρόπο μία τέχνη υψηλής πνευματικότητας, στην οποία συγχωνεύονται το Βυζάντιο, η Αναγέννηση και ο Μανιερισμός σε ένα πρωτότυπο και μοναδικό ύφος, σηματοδοτώντας παράλληλα τη μετάβαση στην Μπαρόκ εποχή.
Εκεί τον βρίσκει και ο θάνατος το 1614, χωρίς να προλάβει να ξαναγυρίσει στην πατρίδα του. Αρχικά, τάφηκε στην εκκλησία του Αγίου Δομίνικου στο Τολέδο.
Το 1619, ο γιος του μετέφερε το λείψανό του στην εκκλησία του Σαν Τορκουάτο, η οποία αργότερα κατεδαφίστηκε με αποτέλεσμα να χαθεί το φέρετρό του. Υπέγραφε τα έργα του πάντοτε στα ελληνικά, χρησιμοποιώντας βυζαντινούς χαρακτήρες: «Δομίνικος Θεοτοκόπουλος ο Κρης εποίει».
«Η προσκύνηση των ποιμένων» (1612-1614)
«Η προσκύνηση των ποιμένων» είναι το τελευταίο έργο του Θεοτοκόπουλου και φιλοτεχνήθηκε με σκοπό να τοποθετηθεί στην Αγία Τράπεζα της Εκκλησίας του Santo Dominco el Antiguo, αν και πλέον βρίσκεται στο Μουσείο του Πράδο στη Μαδρίτη.
Το έργο είναι καθαρά θρησκευτικό και πρόκειται για μία εικόνα ορμώμενη από το Κατά Λουκά Ευαγγέλιο, παρουσιάζοντας την Παναγία μέσα σε έναν χώρο που παραπέμπει σε σπήλαιο, αφοσιωμένη στον νεογέννητο Ιησού, ο οποίος τοποθετείται στο κέντρο της εικαστικής απεικόνισης.
Δίπλα στο βρέφος και αριστερά για τον θεατή βρίσκεται ο Ιωσήφ με ανοιχτά τα χέρια, δίνοντας την αίσθηση της έκπληξης και του σεβασμού προς το θαύμα της γέννησης.
Οι τρεις μορφές που περικλείουν το Θείο βρέφος είναι οι ποιμένες, οι οποίοι ήρθαν για να Το προσκυνήσουν με τοποθετημένα τα χέρια τους σε στάση ευλάβειας, ενώ τη σύνθεση ολοκληρώνουν οι άγγελοι, στο επάνω μέρος της, ψάλλοντας τη Δόξα (Gloria).
Με μια πρώτη ματιά, ο πίνακας χωρίζεται σε δύο μέρη: στον ουράνιο και τον γήινο κόσμο. Η τεχνική αυτή απαντάται συχνά στον Θεοτοκόπουλο, υπερτονίζοντας το θεϊκό στοιχείο.
Ένα χαρακτηριστικό που αποδίδει ιδιαίτερη ένταση στη σκηνή και παράλληλα κερδίζει την προσοχή των θεατών είναι η έντονη φωτοχυσία που πηγάζει από το νεογέννητο Ιησού και αντανακλάται στα πρόσωπα όλων των μορφών της σκηνής, ακόμα πιο έντονα στο πρόσωπο της Παναγίας.
Η έντονη αυτή φωτεινότητα του ολόλευκου δέρματος τονίζεται ακόμη περισσότερο, καθώς έρχεται σε αντιδιαστολή με τα έντονα χρώματα του μπλε και του κόκκινου του ενδύματός της. Σκούρα χρώματα παρατηρούνται εξίσου και στις υπόλοιπες μορφές, αφενός στο γκριζογάλαζο ένδυμα του Ιωσήφ και αφετέρου στις αντιθέσεις του κίτρινου, του μπλε, του πράσινου και του κόκκινου χρώματος στα ενδύματα των ποιμένων.
Συνεπώς, ο El Greco μοιάζει αρκετά ριζοσπαστικός στη χρήση συμπληρωματικών χρωμάτων. Τέτοιες θεωρίες, περί βασικών και μη χρωμάτων, βλέπουμε πολύ αργότερα στον 19ο αιώνα.
Στο ίδιο μοτίβο, επάνω από την προσκύνηση του βρέφους, ως παρατηρητές είναι τοποθετημένοι οι άγγελοι, δύο εκ των οποίων βρίσκονται σε πρώτο πλάνο και φέρουν ενδύματα σε έντονη κόκκινη και κίτρινη απόχρωση, δίνοντας την αίσθηση της κίνησης σε ολόκληρο τον πίνακα.
Ένα επιπρόσθετο χαρακτηριστικό της σύνθεσης αποτελεί η παραμόρφωση και η επιμήκυνση των μορφών, η οποία είναι αποτέλεσμα της επίδρασης του Θεοτοκόπουλου από το κίνημα το Μανιερισμού.
Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται, από τη μία πλευρά, η αποτύπωση της συναισθηματικής έντασης των προσώπων και, από την άλλη, ισχυροποιείται η απόδοση της πνευματικότητας προς την παράδοση του προσώπου του Θείου βρέφους.
Ξεφεύγοντας από την αυστηρή ζωγραφική της Αναγέννησης και την τοποθέτηση των προσώπων με τη χρήση της προοπτικής, βλέπουμε αντιρεαλιστικές στάσεις, ενώ ένας εκ των ποιμένων, αν και βρίσκεται στο πρώτο πλάνο, γυρίζει επιδεικτικά την πλάτη στον θεατή για να παρακολουθήσει τη δράση.
Ο συνδυασμός της βυζαντινής παράδοσης και της δυτικής τεχνοτροπίας δεν θα μπορούσε, λοιπόν, να γίνει περισσότερο αντιληπτός.
Ο El Greco κατόρθωσε να αποδομήσει τις ανθρώπινες μορφές, εξυψώνοντας συγχρόνως το Θείο, χαρακτηριστικό που επιτυγχάνει σε κάθε ζωγραφική του αναπαράσταση.
Ο Δομίνικος Θεοτοκόπουλος είναι ένας από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες του αιώνα του, παραμένει ένας δημιουργός με περίοπτη θέση στην παγκόσμια τέχνη και αποτέλεσε την αιχμή του ελληνικού πνεύματος στην Ευρώπη. Να, γιατί ο Νίκος Καζαντζάκης αναγνωρίζει στον Γκρέκο έναν αγωνιστή που αναζητά την ουσία της τέχνης του και έτσι τον αποκαλεί «παππού» με όλη την αγάπη και τον σεβασμό που απαιτεί αυτή η λέξη. «Φτάσε όπου δεν μπορείς».
ΠΗΓΗ. offlinepost
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου