Της Άννας Δεληγιάννη-Τσιουλπά
Φιλόλογος,συγγραφέας,ποιήτρια,κριτικός λογ.
Μια θεώρηση ζωής και ένα μυθιστόρημα όπου με τη μυθοπλαστική φαντασία, του Νίκου Καζαντζάκη και τις εμπειρίες από τα ταξίδια του, αναπτύσσεται ένας έντονος προβληματισμός σχετικά με το πνεύμα που πρέπει να νικήσει την ύλη, για να σωθεί η ανθρωπότητα.
Οραματίζεται -και μας καθιστά κοινωνούς τού οράματός του- μια εποχή επική, με αγώνες αδιάλειπτους και ιχνογραφεί κατά κάποιον τρόπο την πορεία προς την επίτευξη του στόχου, χωρίς εφησυχασμό. Η έκδοση του παρόντος βιβλίου αποτελεί εκδοτικό άθλο και άλλη μια ευκαιρία να γνωρίσει ο αναγνώστης τον ανθρωπιστή, που ταξίδεψε αλλά ποτέ δεν ξέχασε την Κρήτη, την Ελλάδα.
Φαίνεται πως ο Ν. Καζαντζάκης αναζητούσε την τελειότητα πιστεύοντας στις δυνατότητες του ανθρώπου με προμετωπίδα: Το χρέος του ανθρώπου είναι να πολεμά για το καλό.
Το μυθιστόρημα γράφτηκε μετά το τέλος του Β ’παγκοσμίου πολέμου στα 1946 και ενώ μαινόταν ο εμφύλιος, σε απόσταση από την Ελλάδα, σαν ο συγγραφέας να ήθελε απερίσπαστος να δει καθαρότερα τα πράγματα, σα να ήθελε να γίνει ξεκάθαρος, μέσω της γραφής, στην εικόνα του, απέναντι στους πνευματικούς ανθρώπους και στους πολιτικούς και να αποκρυσταλλωθεί σε τούτο το έργο το χρέος!
Ο αντίκτυπος κάθε πολέμου προκαλεί απογοήτευση αλλά και πρόκληση για το τι σημαίνει πολιτική σκοπιμότητα. Μέσα σε μια ρευστή κοινωνική πραγματικότητα η ενάργεια του καθαρού γραπτού λόγου όπως τούτος του Ν.Καζαντζάκη κάνει τον αναγνώστη να θέλει, σχεδόν ασθματικά, να φτάσει στο τέλος, αλλά όχι.
Τούτο το έργο έχει ενδιαφέρον στις λεπτομέρειες τις οποίες οφείλει να εντοπίσει και να μελετήσει ένας επαρκής τουλάχιστον αναγνώστης, επαρκής σε αντιπαραβολή με τον μηχανικό αναγνώστη που απλώς γυρίζει σελίδες βιβλίων που ανήκουν στα ευπώλητα.
Μέσα στις ανησυχίες του Κοσμά-Ν.Καζαντζάκη, διακρίνει ο αναγνώστης την επιμονή του να ταξιδέψει για να γνωρίσει από κοντά επιφανείς ανθρώπους του πνεύματος, που όμως, όταν τους γνωρίζει, μάλλον ξυπνά το θηρίο μέσα του, του αγώνα όχι όπως αυτάρεσκα κάποιοι ποιητές και λογοτέχνες περιγράφουν αλλά μέσω οργανώσεων με παγκόσμια εμβέλεια. Γιατί, δεν ωφελεί να σωθούν οι λίγοι αλλά η ανθρωπότητα. Να ξαναχτιστεί ο κόσμος!
«Η ευθύνη του πνευματικού ανθρώπου είναι μεγάλη, εξακολούθησε ο Κοσμάς. Γιατί τυφλά τα πάθη, αλληλοσυγκρούονται οι επιθυμίες, τρομαχτικές είναι οι υλικές δυνάμεις που έθεσε ο νους στα χέρια του ανθρώπου κι από τη χρησιμοποίησή τους τους εξαρτάται ο χαμός ή η σωτηρία του ανθρώπινου γένους.»σελ168
Ο Καζαντζάκης, μετεωρίζεται ανάμεσα σε μια πνευματική ανατολή που την αναμένει εναγωνίως και σε ένα δειλινό που δεν έχει τέλος για τούτο και ανηφορίζει, εκπατρίζεται μέχρι το θάνατό του το 1957.
Πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία του συγγραφέα που ήδη γνωρίζουμε θα συναντήσουμε εδώ με τον ίδιο να συμμετέχει με πάθος ερευνητικό, ιδεολογικό, προβληματισμού, στις περιπέτειες του βασικού ήρωα του Κοσμά, χωρίς να ανατρέπει την αντικειμενικότητα, που υπαγορεύει η ελευθερία, η οποία απαιτεί γνώση και κατανόηση.
Αναζητά ο Ν. Καζαντζάκης, από την αρχή ως το τέλος την απάντηση σε ένα «γιατί» που την εικάζει αλλά είναι πολύ δύσκολο να πείσει τους άλλους να συμπορευθούν. Κάτω από αυτές τις συνθήκες η σκιά των απόντων, εδώ ο Καπετάν Μιχάλης, ο ετοιμοθάνατος παππούς Σήφακας με την έντονη παρουσία τους, αλλά και η Νοεμή φαίνεται ότι δεν είχαν χρόνο για πολυτέλειες και οι επιλογές τους ήταν αυστηρές στη σκιά ενός μόνιμου αγώνα για επιβίωση αλλά και διάσωση του πολιτισμού, κάτι που φαίνεται στον αγώνα του Κοσμά.
Υπό το πρίσμα τούτο, αντιλαμβάνεται κανείς πόσο πυκνός γίνεται ο λόγος, με τον οποίο καταθέτει τις ιδέες του ο συγγραφέας αφήνοντας πολλά να τα σκεφτεί ο αναγνώστης.
Όλες οι ιδέες οργανώνονται γύρω από την έννοια του χρέους. Χρωστάς στη πατρίδα σου ,στα παιδιά σου και στον πολιτισμό να αγωνιστείς για το πνεύμα ,για το υγιές πνεύμα και όχι για την ύλη.
Ο συγγραφέας σε προσανατολίζει σε μια κατεύθυνση με τρόπο ευρηματικό, υπαινίσσεται πολλά, χωρίς να σε ποδηγετεί και σε καλεί έμμεσα, να ανιχνεύσεις πέρα από τις φανερές ιδέες και τους υπαινιγμούς.
Μέσα του ενυπάρχουν και για τούτο στο έργο του συνυπάρχουν, φιλοσοφία, διανόηση, θρησκεία, πατρίδα, ζωή, μόνο που η πατρίδα η Κρήτη-όπως την ανέδειξαν ο Όμηρος, ο Πλούταρχος, ο Ηρόδοτος, ο Παυσανίας - υπερέχει πάντων. Άλλωστε ο ίδιος δήλωνε ακρίτας, με το σκεπτικό ότι το νησί έχει να επιδείξει ιδιαίτερη ζωτικότητα στην Ανατολή και στη Δύση και γεωγραφικά αποτελεί μιαν άκρη της Ελλάδας.
Ο Ν.Καζαντζάκης νιώθοντας το νόστο αλλά και επιδιώκοντας τη συνεχή αναχώρηση, τη φυγή θα πει:«Καλή είν’ η Κρήτη, μα για να παίρνεις φόρα».
Δεν του είναι δηλαδή αρκετό να περιγράψει τόπους, δεν τον ενδιαφέρει να βάλει τα τοπία στη θέση των ηρώων, θέλει να βυθιστεί στην ανησυχία του καιρού του καθώς το ταξίδι αποτελεί επιτακτική εσωτερική ανάγκη αυτού του ίδιου, θέλει να απαντήσει σε βασανιστικά ερωτήματα:
«Πού πάμε;
Από πού ερχόμαστε;
Ποια η μοίρα ετούτης ή της άλλης χώρας;
Και ο κόσμος;
Η Ευρώπη;»
Ο Ανήφορος, απαιτεί προσοχή κατά την ανάγνωση, για να αντιληφθεί κανείς την ψυχολογία των προσώπων, που- με την ευρηματικότητα τού συγγραφέα, έστω και σε δεύτερο πλάνο- δρουν έτσι που να μας προβληματίζουν έντονα.
Θλίβεται ο συγγραφέας για όσα άσχημα υπάρχουν γύρω του και στον κόσμο και η θλίψη είναι ίσως το αίτιο μιας εσωτερικής, υπαρξιακής αναζήτησης.
Συνεπώς, η θλίψη έχει μια σκοπιμότητα ίσως της συνειδητοποίησης, του τι πραγματικά συμβαίνει. Κινείται μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, πραγματεύεται τα θέματά του με έναν τρόπο κινηματογραφικό, με το σκεπτικό ότι υπάρχει διαρκής ροή, εποπτεύει το υλικό του όλο, με σημείο αναφοράς στην Κρήτη, τη Νοεμή,στο πρόσωπο της οποίας διαφαίνεται η μοίρα της γυναίκας ,ο πειρασμός, ο θαυμασμός, η αγάπη, μόνο που στον Κοσμά-Καζαντζάκη, ως υμνητή και λάτρη της μοναξιάς, ταίριαζε μια γυναίκα σκιά και αξίζει εδώ να δει κανείς λίγο παραπάνω το θέμα της γυναίκας στη ζωή και το έργο του συγγραφέα.
Η χρονική καταγραφή είναι συμβατική. Κινείται σε δύο κύριους άξονες: την αντιπαράθεση του ατόμου προς τον εαυτό του ή προς τον υποκειμενικό κόσμο και την αντιπαράθεση προς το περιβάλλον ή προς τον εξωτερικό αντικειμενικό κόσμο, κάτι που υπαγορεύει και την αυτογνωσία του ατόμου που δεν είναι πάντα ευχάριστη.
Μια δραματικότητα φαίνεται να υποφώσκει στις σελίδες του βιβλίου λόγω των προσωπικών βιωμάτων, η οποία θα καταλήξει σε τραγωδία με την αυτοκτονία της γυναίκας του Κοσμά, της Νοεμή.
Ωστόσο μέσα από το ρεαλισμό και την αντικειμενικότητα αναφύεται το ποιητικό, το αλληγορικό, το τρελό της ζωής .Στο λόγο εντάσσεται και ο κόσμος του ονείρου, όπου υποκρύπτεται μια ζοφερή πραγματικότητα Ίσως η υπαρξιακή αγωνία για τον κόσμο που χάνει την ηθική του ,τον πολιτισμό του, και χάνεται.
Ευκαιρία να σκεφτεί ο αναγνώστης ότι η πραγματικότητα που μεταλλάσσεται σε όνειρο και εκείνο το κομμάτι του εαυτού μας που ονειρεύεται, σημαίνει ότι είναι αποτέλεσμα της ανασύνθεσης των γεγονότων στη μνήμη, όπου όμως υπάρχουν κενά τα οποία καλείται να συμπληρώσει η φαντασία μέσω του εαυτού που αντιστέκεται. Παρεισφρέει το όνειρο στη βιωμένη πραγματικότητα και εξυπηρετεί ταυτόχρονα τους ιδεολογικούς σκοπούς του συγγραφέα.
Το όνειρο ταυτόχρονα, τού δίνει και μια ελευθερία, για να εντάξει πρόσωπα ιδιαίτερα, στο μυθιστόρημα αλλά και αλλαγές χώρων, παράδοξα και φοβερά που σηματοδοτούσε και ένα επερχόμενο γεγονός, ίσως και μια απελευθέρωση ψυχολογική και διανοητική.
Αν σκεφτεί κανείς ότι τα όνειρα μπορεί να είναι χαρούμενα, ευχάριστα και δυσάρεστα το όνειρο στον Ανήφορο είναι σχεδόν εφιαλτικό γιατί οι σκέψεις της ημέρας εκεί οδηγούν. Το όνειρο είναι ένα εύρημα του συγγραφέα, που προδιαθέτει τον αναγνώστη για ό,τι πρόκειται να ακολουθήσει.
«Έσυρε φωνή ο Κοσμάς και τινάχτηκε από το κρεβάτι. Είχε δει όνειρο τρομαχτικό: ένας πελώριος γορίλλας, όρθιος, κρατούσε αναμμένο δαυλό κι έτρεχε σε μια μεγάλη πολιτεία,απόχτίρι σε χτίρι,κι έβανε φωτιά» σελ 151
Σελ 251«Η Νοεμή μονάχα έρχουνταν συχνά στον ύπνο του, μιλούσαν ήσυχα οι δυο τους, αγαπημένα, τα ξημερώματα έφευγε».
Διακρίνει ο αναγνώστης μια ειρωνεία απέναντι σε όσους αγωνίστηκαν να αναδειχθούν στην παρούσα ζωή, αλλά και στους νάρκισσους που πάλεψαν για την υστεροφημία τους.
Ο συγγραφέας και μέσω του γραπτού του έργου, αγωνίζεται με θαυμαστή σταθερότητα για τη δικαίωση των επιλογών του, με μια τεχνική γραφής από μέσα προς τα έξω, που μας προετοιμάζει να δεχθούμε ομαλά και κατανοητά αυτό που κάθε φορά συμβαίνει.
Ως προς τούτο ο Ανήφορος διαχρονικός και επίκαιρος καθώς η έκπτωση των αξιών και η χειραγώγηση του ανθρώπου συνεχίζεται και λείπουν οι φωνές για την αξία του πολιτισμού παρουσιάζει ενδιαφέρον και είμαι σίγουρη ότι θα διαβαστεί από πολλούς Έλληνες και ξένους .
Σελ54«Η Κρήτη στάθηκε ο πρώτος βράχος που φωτίστηκε σε όλη ακόμα την κατασκότεινη Ευρώπη» Να τονιστεί εδώ ότι ο Καζαντζάκης στήνει το έργο του στο πλαίσιο κάποιου σκηνικού που μοιράζεται μεταξύ Κρήτης και Αγγλίας μέσα από την παρουσία συγκεκριμένων προσώπων, στην Αγγλία ειδικότερα πετυχαίνει να μας δώσει μια ομοιογένεια του χώρου που τον περιβάλλει για να περιγράψει επιτυχώς αυτό που θέλει.
Φτιάχνει «έδρες» αφήγησης προκειμένου να υπάρξει ομοιομορφία κι αν περιφέρεται έξω και βρίσκει γνωστούς πάλι η απροσδιοριστία τον εμποδίζει να εκφραστεί όπως θέλει.
Μετά τα παραπάνω ας μη μας εκπλήσσει το ότι χωρίζει το βιβλίο σε τρία μέρη: Κρήτη-Αγγλία-Μοναξιά.
Κι αν μας παραξενεύει η Μοναξιά για τον Καζαντζάκη ως δημιουργό, είναι προσωπική επιλογή και κάθε στιγμή της είναι σημαντική, είναι ένα μυθιστόρημα υπό την έννοια του επαναπροσδιορισμού των σχέσεών του με τον κόσμο, είναι ενσυναίσθηση, είναι κατά κάποιο τρόπο η δική του πολιτισμένη έρημος, είναι γαλήνη.
Είναι όμως προφανής μια διασύνδεση εσωτερική των μερών, η συγκρότηση ενός σώματος που χαρακτηρίζεται από μία θεματική ευρύτητα την οποία διατρέχει ένας ευδιάκριτος ιστός: η διάχυτη έγνοια για τον κόσμο για το μέλλον του κόσμου, αφού υπάρχουν και πρέπει να υπάρχουν κοινές ευαισθησίες σε όλους τους ανθρώπους, όπως το δέος μπροστά στη φθορά, στο θάνατο, ο θαυμασμός μπροστά στην εξέλιξη και ανάπτυξη, ο πόθος της ελευθερίας.
Έτσι,ένα κοινωνικό υπόστρωμα συνδέει τους πολιτισμούς.Στην περίπτωση μας, ο Ν. Καζαντζάκης βλέπει έναν μεγάλο Ανήφορο, καθώς ονειρεύεται και για τούτο σχεδιάζει, πώς το έργο του να έχει απήχηση και μέσα από τα γραπτά του έργα ή κυρίως μέσα από αυτά, με το σκεπτικό της κοινοποίησης των ιδεών στον κόσμο.
Μετά από έναν πόλεμο που αιματοκύλησε τον πλανήτη, πέρα από την αναγκαιότητα γνώσης της ιστορίας, με τα έθνη να παίζουν καθοριστικό ρόλο στην πνευματική ανέλιξη της ανθρωπότητας, θα πρέπει να ανεβαίνουμε όχι να κατρακυλάμε, να κουβαλάμε το φορτίο του χρέους, γιατί στη ροή του χρόνου υπάρχει η φθορά.
Αν αξίζει ο Ανήφορος, είναι γιατί όπως όλα τα έργα του Ν, Καζαντζάκη διαβάζονται και ξαναδιαβάζονται με την ίδια συγκίνηση, είναι γιατί πίσω από τη λεξιθηρία και τις φράσεις του, κρύβονται ιδέες που σε αναστατώνουν μέσα σε έναν κόσμο που φαντάζει ακόμα εχθρικός.
Είναι γιατί ο αναγνώστης αφυπνίζεται και πρέπει να αιτιολογήσει την ύπαρξή του, να σκεφθεί πόσο δίκιο έχει ο Κοσμάς-Καζαντζάκης να επιμένει στον Ανήφορο 76 χρόνια πριν και πόσο δύσκολη έχει γίνει η ζωή μέσα στην ωμότητα και τον ωφελιμισμό.
Όλα τα πρόσωπα, με τις εσωτερικές ψυχολογικές κλιμακώσεις δρουν έντονα αγωνίζονται και αγωνιούν όπως ο ίδιος ο συγγραφέας και αυτό περνάει στο έργο του. Οι μεγάλοι και σεβάσμιοι γέροντες που με παρρησία ομιλούν αναδεικνύουν τον αγώνα ως πρώτιστο καθήκον για να επικρατήσει η ειρήνη και να δημιουργήσει ο άνθρωπος πολιτισμό.
Ο Κοσμάς-ο Καζαντζάκης, σκέφτεται όλα όσα πρόκειται να αντιμετωπίσει και ο αναγνώστης τον ακολουθεί πιστά και εναγωνίως, περιμένοντας να πετύχει σε αυτό που θα επιχειρήσει όσο δύσκολο κι αν φαίνεται.
Κι αν για τη Νοεμή ήταν δύσκολη η ζωή, αβάσταχτη, παρατηρεί κανείς την ψυχολογία της ,τις σκέψεις της που είναι μεν καλές, όχι απαραίτητα ορθές, κι αυτό γιατί ο Κοσμάς πρέπει κάποια στιγμή να απομακρυνθεί, να ξενιτευτεί, να λείψει από κοντά της, αφού διακατέχεται από το πάθος για δράση και δημιουργία.
Ο Ανήφορος του Καζαντζάκη θα σταματήσει μόνο με το θάνατό του. Αγώνας για τον μαχόμενο άνθρωπο μέσα από τους οραματισμούς και τη δράση των ηρώων. Θέλγεται από τον δρώντα ήρωα, που τον διαμορφώνει σε Καπετάν Μιχάλη, σε Αλέξη Ζορμπά, σε Κοσμά,άξονες γύρω από τους οποίους περιστρέφεται η πλοκή κάθε έργου.
Η γλώσσα δημοτική και για τούτο νοσταλγική. Μέσω της γλώσσας που τη χρησιμοποιεί τόσο έντονα απεικονίζεται και ο αγώνας του ο γλωσσικός. Να τονιστεί εδώ ότι ο Καζαντζάκης δεν έπλαθε λέξεις, έψαχνε λέξεις, ήταν λεξιθήρας. Έτσι γνήσια στοιχεία της δημοτικής αναφαίνονται, σπάνια για να ξεθωριάσουν σιγά σιγά και να θεωρηθούν ξένα μη κατανοητά .
Ο ίδιος ο Καζαντζάκης θα πει για τη γλώσσα :«μάζευα από τα χείλια του λαού τις λέξεις, πώς λεν το κάθε πράγμα». Η γλώσσα διαλέγεται με την ιστορική μνήμη.
Ο Ανήφορος. Από τον τίτλο ο αναγνώστης προσλαμβάνει και την οπτική του συγγραφέα απέναντι στη ζωή. Έχει ανηφόρα μεγάλη η ζωή.
Προδηλωτικός και ως ένα σημείο αινιγματικός, γριφώδης για τον αναγνώστη. Ό,τι καθιστά πολύτιμο το μυθιστόρημα είναι ότι διαθέτουμε κι άλλα στοιχεία για την Καζαντζάκεια γραφή που μας επιτρέπει να ερευνήσουμε περισσότερο ένα έργο του.
Το πένθος π.χ. για τον Καζαντζάκη είναι μια δημιουργική πράξη και σε πάει μπροστά ή οι θανόντες αφήνουν παρακαταθήκη τα λόγια τους. Ο θάνατος της Νοεμή είναι μια νέα αφετηρία όχι κατάληξη.
Στον Ανήφορο ,μέσα από όλους τους μαιάνδρους των γεγονότων ο συγγραφέας θέλει να φέρει στο φως ό,τι χαλάει τον άνθρωπο για να τον βελτιώσει μέσα από μια πανανθρώπινη εκστρατεία. Για το λόγο τούτο και για άλλους πολλούς το βιβλίο εκτός από ενδιαφέρον είναι και χρήσιμο.
Ενδιαφέρον για τις πληροφορίες, χρήσιμο για τον αναγνώστη που θα προσέξει πώς ένας συγγραφέας βλέπει την πατρίδα του και τον κόσμο μετά από ένα παγκόσμιο πόλεμο και έναν εμφύλιο που ήδη έχει αρχίσει. Το γεγονός ότι ο Ν.Καζαντζάκης έγραφε χωρίς ταμπού διευκολύνει τη μελέτη του κόσμου του, έτσι όπως τον παρουσιάζει, αλλά κεντρίζει το ενδιαφέρον για ένα αύριο ειρηνικό.
Δίνει το μήνυμα πως οι πόλεμοι διαβρώνουν τις κοινωνίες και οι άνθρωποι πέρα από τις πολιτικές ιδέες επιβάλλεται να κατανοήσουν το συμφέρον τους, που είναι η ουσιαστική ελευθερία, με την εξύψωση του πνεύματος ώστε να νικήσει την ύλη. Ανήφορος σημαίνει καταβολή μόχθου, αγώνα για τον άνθρωπο ,σημαίνει παραγωγή πνευματικού έργου, σημαίνει μια ακόμη ευκαιρία να κοιτάξεις το αύριο.
Ο πόλεμος έχει σημαδέψει τα χρόνια με την κυριαρχία της φρίκης, της ασύδοτης ελευθερίας.Κι αν ο Κοσμάς αντιπροσωπεύει για τη Νοεμή ένα υγιές στοιχείο, είναι και οι πληγές που δεν κλείνουν. Τα γράμματα είναι το μέσο πληροφόρησης, κάτι που σκόπιμα βάζει ο συγγραφέας, γιατί θέλει ο αναγνώστης να μάθει, να διαβάσει την αντίληψη του για τα πράγματα .
Ανήφορος όμως ήταν και η ζωή της Νοεμή, η οποία κουβαλούσε πολλές τραυματικές εμπειρίες.Ανήφορος τον οποίο επέλεξε η ίδια να κόψει ,κόβοντας το νήμα της ζωής της γιατί η αναμονή είναι κι ένας τρόπος να πεθαίνεις.
Ιδιοφυής επιλογή πέρα από τις λέξεις και των ονομάτων τα οποία έχουν αντιστοιχία με καταστάσεις.
Το όνομα Κοσμάς, έχει σχέση με το «κόσμημα», και πραγματικά αυτός ο άνθρωπος είναι ένα στολίδι με την ειλικρίνεια, την τιμιότητα και την αφοσίωση στις ιδέες του. Δουλεύει ακούραστα, αλλά συχνά κάνει περισσότερους συμβιβασμούς απ’ όσους θα έπρεπε. Γι’ αυτό και απογοητεύεται κάθε φορά που υποχρεώνεται να προδώσει τα όνειρά του.
Στις κοινωνικές και προσωπικές σχέσεις του χαίρει αγάπης και εκτίμησης. Στις σελίδες του βιβλίου παρουσιάζονται άνθρωποι του πνεύματος, γιατί ο στόχος είναι η επικράτηση του πνεύματος μπροστά στην αρνητική επίδραση της ύλης.
Υπάρχουν χαρακτήρες που τους χρειάζεται για λίγο μόνο και μόνο για να μας δώσουν τροφή για σκέψη και στη συνέχεια αποψιλώνονται και εκλείπουν.
Ο ελεύθερος πλάγιος λόγος αποτελεί στην ουσία το συνδυασμό δύο φωνών: του αφηγητή και του συγκεκριμένου προσώπου του οποίου τα λόγια μεταφέρει ο αφηγητής ο οποίος έχει τη δυνατότητα να υπερτονίσει, να προσπεράσει, να υποβαθμίσει ή και να αποσιωπήσει τα σημεία που εκείνος επιθυμεί.
Έχουμε μια ιδιότυπη τριτοπρόσωπη εν πολλοίς αφήγηση γιατί στην πραγματικότητα αποτελεί μια πρωτοπρόσωπη αφήγηση που κρύβεται πίσω από ένα λανθάνοντα ελεύθερο πλάγιο λόγο.
Το τέλος του Β’ παγκοσμίου πολέμου ,η αφάνταστη αθλιότητα και ο τρόμος, η αναίτια θυσία εκατομμυρίων ψυχών, συνειρμικά έρχονται στο προσκήνιο στο πρόσωπο της Νοεμή, καθώς ο Καζαντζάκης διασταυρώνει το ατομικό πεπρωμένο της με τις αποτυπώσεις της ιστορίας. Ηθελημένη επιλογή του ονόματος ,από τον συγγραφέα.
Στη βιβλική παράδοση, Νοεμή ονομαζόταν η πεθερά της Ρουθ. Νοεμή, από το εβραϊκό ουσιαστικό no;am που σημαίνει γλυκύτητα, χαρά, χαρά μου.
Το γεγονός ότι ο Ανήφορος εκδόθηκε το 2022, μας κάνει να αναρωτηθούμε γιατί το έργο δεν το εξέδωσε,τότε; Δεν το εξέδωσε ίσως γιατί δεν το θεώρησε τελειωμένο. Δεν το εξέδωσε σκεπτόμενος να το μοιράσει σε άλλα βιβλία; Δεν το εξέδωσε γιατί ο κόσμος, κομματιασμένος και χαώδης, ήταν πληγωμένος κυριολεκτικά και μεταφορικά και ίσως δεν ήθελε να ακούσει φρέσκιες ιδέες;
Αν η Ασκητική εκφράζει την ανεξαρτησία του συγγραφέα, αν ψάχνει για την ελευθερία του, έχοντας οριοθετήσει τις διαστάσεις του ασυμβίβαστου, ίσως στον Ανήφορο αρκετά χρόνια μετά ένιωθε βαριά την ευθύνη στο να προσθέσει μια ακόμη συνιστώσα αυτή της πανανθρώπινης ελευθερίας .Ήταν μεγάλο το εγχείρημα και ίσως τούτο το έργο δεν ικανοποιούσε τα «θέλω»του.
Ήθελε να πει πολλά, καινούρια πράγματα, αφού για εμάς σήμερα, που οι περισσότεροι έχουμε διαβάσει και άλλα έργα του, αντιλαμβανόμαστε πού μας κλείνει το μάτι και γιατί. Όταν το έργο γράφεται ανάμεσα στο τέλος του Β’ παγκοσμίου πολέμου και την αρχή του εμφυλίου για την Ελλάδα ,ο Ν.Καζαντζάκης με τη φαντασία του έβγαζε μια εικόνα του εαυτού του, αλλά η ιστορία, που μας προσφέρει την εικόνα του άλλου, χρειαζόταν μελέτες επί σειρά ετών για την κατανόηση της συμπεριφοράς των δυνατών ή εκείνων που θέλουν να φαίνονται δυνατοί .
Ο Ανήφορος θα αποτελέσει έναν σημαντικό κρίκο στην εργογραφία του Ν. Καζαντζάκη, καθώς, όπως θα καταστεί σαφές στους αναγνώστες, πρόκειται για ένα δημιούργημα του μεγάλου συγγραφέα, που στέκει επάξια δίπλα στα άλλα του αριστουργήματα.
Το βιβλίο έχει αρκετά στοιχεία στον πρόλογο και το επίμετρο ώστε ο αναγνώστης να παίρνει απαντήσεις σε βασικές ερωτήσεις-απορίες.
Ο Ανήφορος, ως προϊόν πολιτισμού, ίσως ενεργοποιήσει τις εν υπνώσει δυνάμεις των αναγνωστών, αφού πολλοί διψούν και σήμερα, να διαβάσουν εκείνον που στοχάστηκε τότε για όλους, με μια οικουμενικότητα στη σκέψη και στα αισθήματα.
ΠΗΓΗ. homouniversalisgr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου