Η αρχαιολογία είναι μια από τις πιο συναρπαστικές επιστήμες, είναι το μέσο σύνδεσης μας με το παρελθόν. Ποίοι ήμασταν αλλά και ποίοι είμαστε μας βοηθάει να ανακαλύψουμε. Βέβαια, είναι μια σχετικά καινούργια επιστήμη που ακόμα και σήμερα εξελίσσεται βρίσκοντας καινούργια πατήματα με πολλούς σπουδαίους αρχαιολόγους ανά τους αιώνες.
Σκιαγραφόντας την εξέλιξη της αρχαιολογίας υπάρχει μια ερώτηση από πολλούς είναι ποιος
ήταν ο πρώτος αρχαιολόγος;
Πρώτος αρχαιολόγος ουσιαστικά δεν υπάρχει, υπάρχει όμως η αρχαιοφιλία-η αγάπη για τις αρχαιότητες- που υπάρχει ήδη από την αρχαιότητα.
Ο
Παυσανίας ο Περιηγητής (2ος αιώνας μ.Χ.) καταγράφει στα κείμενα του πως εντός
της Αθηναϊκής Ακρόπολης των κλασικών χρόνων υπήρχε μια αίθουσα με τον τίτλο
«Πινακοθήκη» και φιλοξενούσε σπουδαία έργα ζωγραφικής. Κατά τους ελληνιστικούς
χρόνους ιδρύεται το πρώτο πρότυπο μουσείο, το Μουσείο των Πτολεμαίων, από τον
Πτολεμαίο Α’ (367- 283 π.Χ.) στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Βλέπουμε πως από
την αρχαιότητα υπήρχε η αγάπη για τα αρχαιολογικά μνημεία. Η διαφορά όμως είναι
ότι δεν υπήρχε η μελέτη των αντικειμένων αυτών αλλά μόνο η ανάδειξη τους.
Ο Κυριάκος ο Αγκωνίτης ή ντι Πιτσικόλι (1391-1452), ήταν Ιταλός έμπορος και θεωρείται από πολλούς ο πρόδρομος της σύγχρονης επιστήμης της αρχαιολογίας. Γεννημένος στην Ανκόνα της Ιταλίας από οικογένεια εμπόρων ταξίδευε συχνά από μικρό παιδί στην νότια Ιταλία, την Ελλάδα, την Αίγυπτο και τη Μέση Ανατολή.
Από μικρός έδειξε περιέργεια και ενδιαφέρον για την μελέτη των αρχαιοτήτων που έβλεπε στα ταξίδια του, με αποκορύφωμα να αφήσει το εμπόριο και άρχισε να ταξιδεύει για αμιγώς ερευνητικούς σκοπούς, με στόχο την λεπτομερή και σχολαστική καταγραφή των αρχαίων μνημείων, την πραγματοποίηση σχεδίων, την συλλογή αρχαίων έργων τέχνης (μεταλλίων, αγαλματιδίων ή χειρογράφων) και την αντιγραφή αρχαίων επιγραφών – ένα εξάτομο έργο με τον τίτλο Commentaria–
Για την επίσκεψη του στην Αθήνα αναφέρει στα χειρόγραφά του:
“Την 7η Απριλίου (1436) ήλθα στην Αθήνα, την ξακουστή πόλη της Αττικής, όπου είδα, πρώτα-πρώτα, τεράστια τείχη παντού σε κατάσταση κατάρρευσης λόγω της παλαιότητας τους. Και εντός και εκτός της πόλης, στους αγρούς υπήρχαν μαρμάρινα κτίσματα, πέρα από κάθε φαντασία -οικίες, ιεροί ναοί- καθώς και διάφορα έργα τέχνης άξια παρατήρησης για την εκπληκτική τους κατασκευή και τους πελώριους κίονες, αλλά όλα σε σωρούς γκρεμισμένων ερειπίων παντού”
Ο Νικήτας Σινιόσογλου (διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Καίμπριτζ και εντεταλμένος ερευνητής στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών) αναφέρει για τον Κυριάκο Αγκωνίτη:
«Ταξιδεύοντας ακατάπαυστα στην Ελλάδα και στη Μικρά Ασία λίγο πριν την κατάρρευση του Βυζαντίου, ο Κυριακός Αγκωνίτης (Ciriaco di Ancona, 1391-1452) αναζητά και εφευρίσκει έναν νέο και εντελώς προσωπικό τρόπο να σχετιστεί με το παρελθόν και να αναμετρηθεί με τη βία του ιστορικού χρόνου: σε αντίθεση με τους σύγχρονούς του λόγιους που περιορίζονταν να μελετούν τον αρχαίο κόσμο μέσα από κείμενα, εκείνος επιλέγει την αυτοψία και την επιτόπια έρευνα, την περιήγηση και την περιπλάνηση, κατόπιν την υβριδική σύνθεση των εντυπώσεών του σε ημερολόγια και επιστολές.
Η περιπλάνηση και η ερειπιογραφία του Κυριακού είναι μια διαβατήρια εμπειρία που αφενός απολήγει στην αισθηματοποίηση (και όχι την απλή καταγραφή) των υλικών καταλοίπων και βιωμάτων του παρελθόντος, αφετέρου στην προσωπική ρήξη με τα όρια Ανατολής και Δύσης, Χριστιανισμού και παγανιστικού κόσμου, Βυζαντίου και Αναγέννησης, μυθολογίας και ιστορίας»
Γιατί θεωρείται πατέρας της αρχαιολογίας;
Ο Κυριάκος ο Αγκωνίτης εισάγει στις έρευνές τα πρώιμα δείγματα επιστημονικής μεθοδολογίας, με την πραγματοποίηση τοπογραφικών παρατηρήσεων, τον σχεδιασμό κατόψεων και την σύγκριση πηγών και χειρογράφων.
Δείγματα της μεθοδολογίας αυτής συναντούμε πολύ αργότερα, τον 19ο πλέον αιώνα, στο έργο περιηγητών κι αρχαιολόγων που θα συγκροτήσουν σταδιακά την επιστήμη της αρχαιολογίας, ενώ στη συλλογή των χειρογράφων με τις παρατηρήσεις του και τις καταγραφές του στα μνημεία της αρχαιότητας θα βασιστούν πολλοί μεταγενέστεροι μελετητές.
Δυστυχώς, μεγάλο μέρος από το έργο του καταστράφηκε σε πυρκαγιά το 1514, με αποτέλεσμα να εξαφανισθούν πολλές πολύτιμες πληροφορίες που αφορούσαν στις ελληνικές αρχαιότητες, οι οποίες την εποχή του Κυριακού, τον 14ο – 15ο αιώνα, σώζονταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση σε σύγκριση με τον 19ο αιώνα, οπότε πραγματοποιήθηκε και η συστηματική πλέον αρχαιολογική τους έρευνα.
Αποσπάσματα του έργου του συναντά κανείς σε χειρόγραφα που βρίσκονται σε ευρωπαϊκές βιβλιοθήκες, κυρίως στη Γερμανία και την Ιταλία.
ΠΗΓΗ. maxmag.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου